παρηγόρησα

παρηγόρησα
παρηγορέω
address
aor ind act 1st sg
παρηγορέω
address
aor ind act 1st sg (homeric ionic)
παρηγορέω
address
aor ind act 1st sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • παρηγορήσας — παρηγορήσᾱς , παρηγορέω address aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) παρηγορήσᾱς , παρηγορέω address aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρηγορώ — παρηγόρησα 1. δίνω σε κάποιον παρηγοριά, καθησυχάζω κάποιον, ανακουφίζω με τα λόγια μου: Με τι λόγια να τον παρηγορήσεις σ αυτή τη συμφορά του; 2. μέσ., παρηγορούμαι παρηγορήθηκα, παρηγορημένος, ανακουφίζομαι, συνέρχομαι: Όταν βλέπω άλλους σε… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παρηγοράω — / παρηγορώ, παρηγόρησα βλ. πίν. 58 Σημειώσεις: παρηγοράω, παρηγοριέμαι : κυρίως στον προφορικό λόγο και στη λογοτεχνία …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • παρηγορώ — παρηγορώ, παρηγόρησα βλ. πίν. 73 και πρβλ. παρηγοράω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”